Τί πάω και θυμάμαι, τώρα...
Θυμάστε που κάποια περίοδο έγινε λόγος για πιθανό τσουνάμι στην Μεσόγειο, το οποίο, φυσικά, όταν συμβεί θα επηρεάσει και την χώρα μας;
Θα πείτε, βέβαια, ότι δεν είναι ανάγκη να γίνει τσουνάμι. Και με μια μικρή βροχή τα καταφέρνουμε θαυμάσια στην Ελλάδα. Να μην μιλήσουμε για τις πραγματικά μεγάλες και έντονες βροχές.
Αν κρίνουμε, δε, τα αντανακλαστικά του κρατικού μηχανισμού σε ενδεχόμενη περίπτωση δημιουργίας παλιρροϊκού κύματος (τσουνάμι) από το τί συμβαίνει όταν έχουμε, π.χ., μια απλή βροχόπτωση, τότε μάλλον υπάρχει ζήτημα. Το ζήτημα γίνεται ακόμη περισσότερο οξύ, την στιγμή κατά την οποία, όπως τόνισε σε πρόσφατη εκπομπή σε ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι ο γνωστός σεισμολόγος και καθηγητής κ. Γεράσιμος Παπαδόπουλος, δεν υπάρχει ακόμη η αναγκαία κρατική έγκριση (πιο απλά, δεν «έπεσε» η υπογραφή του αρμόδιου υπουργού ή γραμματέα) για την δημιουργία ομάδας κεντρικού συντονιστικού ελέγχου για το τσουνάμι.
Βέβαια, ίσως αυτός είναι και ο πραγματικός λόγος, για τον οποίο οι πολιτικοί μας (και διάφοροι άλλοι) ακολούθησαν, τρόπον τινά, έστω και σε μικρογραφία, το παράδειγμα του προπάτορα Νώε, έχοντας φροντίσει προ καιρού να προμηθευτούν τα απαραίτητα κότερα για τον βέβαιο επερχόμενο κατακλυσμό. Παρεμπιπτόντως, μάθαμε ότι ένα από τα πρώτα εξυγιαντικά μέτρα της νέας κυβέρνησης ήταν να μειώσει κατά πολύ (εάν δεν την κατήργησε εντελώς) την φορολογία στα θαλάσσια σκάφη μεγάλης χωρητικότητας.
Εννοείται, φυσικά, ότι στην Ελλάδα ουδείς διαθέτει σκάφη αναψυχής. Είναι όλα δηλωμένα ως επαγγελματικά, όπως συμβαίνει άλλωστε και με τα επαγγελματικά SUV και τα λοιπά τζιπάκια που κατακλύζουν αγροτόδρομους τύπου Πατριάρχου Ιωακείμ κλπ.
Δεν έχω μετρήσει ακριβώς μέχρι σε ποιό βάθος στην ενδοχώρα μπορεί να φτάσει το παλιρροϊκό κύμα, αλλά προσωπικά μάλλον δεν θα επιδίωκα να κυκλοφορώ όχι με επαγγελματικό SUV στην παραλιακή με τσουνάμι, αλλά ούτε καν με οδοστρωτήρα.
Αλλά, ας δούμε τί έχει γράψει σχετικά με το θέμα ο γνωστός και διαπρεπής βρετανός ιστορικός του 18ου αιώνα Έντουαρντ Γκίμπον στο μνημειώδες έργο του Η Ιστορία της Παρακμής και της Πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (The History of the Decline and Fall of the Roman Empire), κεφάλαιο 26:
«Στο δεύτερο χρόνο της βασιλείας του Ουαλεντινιανού και του Ουάλη, το πρωινό της 21ης Ιουλίου του 365 μ.Χ., το μεγαλύτερο μέρος του ρωμαϊκού κράτους υπέστη την καταστροφική επίδραση ενός βίαιου σεισμού. Οι δονήσεις δεν περιορίστηκαν στην ξηρά, αλλά μεταδόθηκαν και στην θάλασσα. Οι ακτές της Μεσογείου στέγνωσαν καθώς τα θαλάσσια ύδατα τραβήχτηκαν απότομα, αφήνοντας πίσω τους μεγάλο αριθμό ψαριών, που οι άνθρωποι μάζεψαν με τα χέρια, αλλά και αφήνοντας μεγάλα πλοία αιχμάλωτα της λάσπης του αποκαλυμμένου, πλέον, θαλάσσιου βυθού. (...) Σύντομα, όμως, τα νερά επέστρεψαν με την μορφή μιας τεράστιας και ακαταμάχητης πλημμύρας, η οποία έγινε οδυνηρά αισθητή στις ακτές της Σικελίας, της Δαλματίας, της Ελλάδας και της Αιγύπτου: μεγάλα σκάφη παρασύρθηκαν από το παλιρροϊκό κύμα και σφηνώθηκαν σε στέγες σπιτιών σε απόσταση 3,5 χιλιομέτρων από τις ακτές, και άνθρωποι μαζί με τις κατοικίες τους παρασύρθηκαν από τα νερά. Στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου καθιερώθηκε ετήσια ημέρα μνήμης για το τρομερό αυτό γεγονός, στο οποίο πενήντα χιλιάδες κάτοικοί της έχασαν την ζωή τους.»
Για όσους θέλουν κάτι πιο πρόσφατο, μας πληροφορεί και πάλι ο καθηγητής σεισμολογίας κ. Παπαδόπουλος στην ίδια εκπομή ότι:
Στις 9 Ιουλίου του 1956 δημιουργήθηκε παλιρροϊκό κύμα (τσουνάμι) ύψους 15-20 μέτρων μετά από σεισμό στις Κυκλάδες. Το κύμα έφτασε μέχρι τις βόρειες ακτές της Κρήτης, όπου το ύψος του καταγράφτηκε στα 3-4 μέτρα, ενώ έγινε αισθητό μέχρι και τις ακτές της Παλαιστίνης.
Ο ίδιος επιστήμονας αναρωτήθηκε τί ενδεχόμενες συνέπειες μπορεί να έχει σήμερα ένα πιθανό τσουνάμι σε όλες τις παράκτιες και νησιωτικές τουριστικές περιοχές, με την αλματώδη ανάπτυξη που γνώρισαν οι τουριστικές επιχειρήσεις μέσα σε αυτά τα 50 και πλέον χρόνια από τότε.
Στην Ελλάδα, ωστόσο, δεν μας χρειάζονται επιστήμονες, και απορώ που τους έχουμε και τους ταΐζουμε τζάμπα τόσα χρόνια, αφού οι πάντες είμαστε ειδικοί για τα πάντα.
Το ρεαλιστικό, λοιπόν, σενάριο για την χώρα μας έχει ως εξής: πρώτα θα γίνει το τσουνάμι, θα πνιγούν καμμιά εκατοστή χιλιάδες, για να μην πω παραπάνω, πολίτες και μετά η κυβέρνηση θα προβεί στην άμεση εξαγγελία της επικείμενης σύστασης τριών συν μιας επιτροπών:
-μία επιτροπή αντιμετώπισης των συνεπειών της καταστροφής, πρώτη δουλειά της οποίας θα είναι η προάσπιση των δικαιωμάτων και της δικαιοδοσίας της, η προβολή αιτημάτων για δίκαιες αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις των μελών της και η μέχρις εσχάτων περιφρούρηση, με τα αρμόδια κλαδικά συνδικαλιστικά τους όργανα, των κεκτημένων τους. Έτσι, θα ξεχαστεί και η καταστροφή (βοηθούντων, επίσης, των «πρωινάδικων-μεσημεράδικων», τα οποία θα συνεχίσουν κανονικά, σαν να μη τρέχει τίποτα) και η συζήτηση θα τεθεί εκ νέου σε ορθές και υγιείς βάσεις,
-μία επιτροπή κεντρικού ελέγχου του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης—αυτήν στην οποία αναφέρθηκε ο καθηγητής κ. Γεράσιμος Παπαδόπουλος—για το τυχόν μεταμεθεπόμενο τσουνάμι (γιατί μέχρι η επιτροπή αυτή να συγκληθεί σε ολομέλεια και να διεξαγάγει την πρώτη της συνεδρίαση μαζί με τις απαραίτητες αρχαιρεσίες για ανάδειξη προέδρου και αντιπροέδρου—οι οποίες θα είναι και μια καλή ευκαιρία να μετρήσουν τις δυνάμεις τους οι κυβερνώσες οικογένειες της Ελλάδας—και να αρχίσει την τακτική της λειτουργία, μάλλον δεν θα προλάβει και τα δύο επόμενα τσουνάμια),
-μία άλλη επιτροπή, η οποία θα αναλάβει τον συντονισμό της συνεργασίας (λέμε, τώρα) των δύο προηγούμενων, και θα θέσει τους ειδικούς εκείνους όρους και τις προϋποθέσεις για την ορθή διεξαγωγή των τυχόν ενόρκων διοικητικών εξετάσεων (σε ενδεχόμενες περιπτώσεις καταγγελιών είτε από μέλη των επιτροπών εναντίον άλλων μελών, είτε από κοινούς και θνητούς πολίτες), ώστε, μέσω ειδικού αλγορίθμου, οι ευθύνες τελικώς να αποδίδονται πάντοτε στον/στους καταγγέλοντα/ες.
Τέλος, η τέταρτη επιτροπή, η χρηματοδότηση της οποίας θα προέλθει, στον κύριο όγκο της, από την ιδιωτική πρωτοβουλία, θα είναι αυτή που θα αναλάβει την ταφή/αποτέφρωση ή ό,τι άλλο κριθεί αναγκαίο, των χιλιάδων πνιγμένων.
Δεν ξέρω, βέβαια, αν θα εμπιστευόταν κανείς σε μια κρατική επιτροπή την κηδεία όχι χιλιάδων νεκρών ανθρώπων, αλλά απλώς ενός...
Ζωή σε μας...