Πολλοί είναι αυτοί που παραπονιούνται για την κατάσταση της ανθρωπότητας, διατυπώνουν ερωτήματα του τύπου “που πηγαίνουμε”, “εάν υπάρχει διέξοδος”, ή εκφράζουν διαπιστώσεις όπως “οδηγούμαστε στην καταστροφή”, “σε τι κόσμο φέρνουμε τα παιδιά μας”, και τέλος προφητεύουν το δυσοίωνο μέλλον που περιμένει τους νέους ανθρώπους.
Φαίνεται ότι η καταστροφολογία συνεπικουρούμενη από την συνωμοσιολογία της εποχής έχει δημιουργήσει ένα πλέγμα στο οποίο ζούμε εγκλωβισμένοι αναμασώντας τα ερωτήματα και τις διαπιστώσεις, κουνάμε συγκαταβατικά το κεφάλι και ατενίζουμε τον συνομιλητή μας με βλέμμα προβάτου μετά την βοσκή.
Φυσικά έχουμε λησμονήσει ότι μέσα στο κρανίο μας υπάρχει και επιμένει να λειτουργεί ένα θαυμάσιο όργανο που λέγεται εγκέφαλος. Το γεγονός πως εξακολουθούμε να ζούμε και να επιτελούμε βασικές λειτουργίες οφείλεται στο γεγονός ότι ο εγκέφαλος διαθέτει και φυτικό νευρικό σύστημα το οποίο λειτουργεί αυτόνομα και ανεξάρτητα από την θέλησή μας.
Που το πάω θα μου πείτε. Απλά εκπλήσσομαι σε σημείο πολιτισμικού shock (ξέρετε, η αίσθηση του να νιώθεις μόνος σε μία πόλη εκατομμυρίων κατοίκων) με την αδράνεια των τοπικών κοινωνιών, των λαών και της ανθρωπότητας γενικότερα. Έχουν απολέσει τα αντανακλαστικά τους και αρέσκονται στην κατάντια του γκρινιάρη παθητικού θεατή. Η γνώση και ο πολιτισμός παρουσίασε μία αυξητική πορεία, με εκπληκτικές πράγματι κατακτήσεις, η οποία κορυφώθηκε στην δεκαετία του 60 – 70, και κατόπιν άρχισε η σταδιακή φθίνουσα πορεία η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Στο χρονικό παρόν της εποχής μας πχ υπάρχουν ελάχιστοι πρωτοπόροι της γνώσης, ακόμα λιγότεροι εραστές της μουσικής, οι οποίοι φυσικά δεν διαφημίζονται, δεν προβάλλονται και δεν διδάσκονται.
Καλές οι διαπιστώσεις θα μου πείτε, αλλά φτάνουν όλοι οι άλλοι μην γκρινιάζεις και εσύ.
Δεν το συνηθίζω, προτιμώ να χαμογελάω χαιρέκακα στους γκρινιάρηδες αλλά ας εξετάσουμε την... κορύφωση της δεκαετίας του 60 – 70. Υπήρχαν που λέτε οράματα. Μία μερίδα ανθρώπων με πίστη στις ιδέες τους κατόρθωσαν να δονούν με την μουσική τους τα πλήθη. Μία άλλη μερίδα πάτησε στην στέρεα βάση της γνώσης των προκατόχων τους, επεδίωξε τα οράματα των συγγραφέων της επιστημονικής φαντασίας και κατόρθωσε να ανοίξει τον δρόμο του ανθρώπου για τα άστρα. Μετά, ο κουρνιαχτός της σκόνης του ενθουσιασμού κάθισε, η δύναμη της γνώσης παρέμεινε στα χέρια ολίγων, και τα κοπάδια επέστρεψαν στην ήρεμη βοσκή και τον μηρυκασμό. Γιατί, όπως ο ακαδημαϊκός Π. Λιγομενίδης μας λέει, η πραγματικότητα απορρέει από “τους πολλούς που παρατηρούν, ερμηνεύουν, επικοινωνούν και συμφωνούν”.
Πρέπει όμως να σας αφήσω, επειδή από μακρυά άκουσα την φωνή κάποιου τσοπάνη να ωρύεται “This way τα γίδια”. Δεν μπορώ να αντισταθώ, πρέπει να πάω να του κλέψω την γκλίτσα.